ΔικηγοροςΔιαζυγιων.gr

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΣΥΖΥΓΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΣΥΖΥΓΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ

Οι εξειδικευμένοι σε θέματα διαζυγίων δικηγόροι του γραφείου μας θα σας ενημερώσουν με επαγγελματισμό και σοβαρότητα για το πότε και υπό ποιες προϋποθέσεις η σύζυγος δικαιούται ακόμη και μετά τη λύση του γάμου διατροφή από το σύζυγό της. Το ζήτημα αυτό πραγματεύεται και η παρακάτω πρόσφατη απόφαση του δικαστηρίου, η οποία μεταξύ άλλων έκρινε τα εξής:

Κατά τη διάταξη του άρθρου 1442 ΑΚ «Εφόσον ο ένας από τους πρώην συζύγους δεν μπορεί να εξασφαλίσει τη διατροφή του από τα εισοδήματά του η από τη περιουσία του, δικαιούται να ζητήσει διατροφή από τον άλλο: 1) αν κατά την έκδοση του διαζυγίου ή κατά το τέλος των χρονικών περιόδων που προβλέπονται στις επόμενες περιπτώσεις βρίσκεται σε ηλικία ή σε κατάσταση υγείας που δεν επιτρέπει να αναγκαστεί να αρχίσει ή να συνεχίσει την άσκηση κατάλληλου επαγγέλματος, ώστε να εξασφαλίζει από αυτή τη διατροφή του, 2) αν έχει την επιμέλεια ανηλίκου τέκνου και γι` αυτό το λόγο εμποδίζεται στην άσκηση κατάλληλου επαγγέλματος, 3) αν δεν βρίσκει σταθερή κατάλληλη εργασία ή χρειάζεται κάποια επαγγελματική εκπαίδευση, και στις δύο όμως περιπτώσεις για ένα διάστημα που δεν μπορεί να ξεπεράσει τα τρία χρόνια από την έκδοση του διαζυγίου, 4) σε κάθε άλλη περίπτωση, όπου η επιδίκαση διατροφής κατά την έκδοση διαζυγίου, επιβάλλεται από λόγους επιείκειας».

Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι η μεν βασική προϋπόθεση της αξιώσεως διατροφής, ήτοι «η αδυναμία εξασφαλίσεως της διατροφής του πρώην συζύγου από τα εισοδήματα ή την περιουσία του», πρέπει να υπάρχει κατά το χρόνο της πρώτης συζητήσεως της αγωγής διατροφής, η δε πρόσθετη προϋπόθεση της αδυναμίας ενάρξεως ή συνεχίσεως της ασκήσεως επαγγέλματος (1442 περ. 1 ΑΚ) ή της υπάρξεως λόγων επιείκειας για την παροχή διατροφής (1442 περ. 4 ΑΚ) πρέπει να υπάρχει κατά το χρόνο «εκδόσεως του διαζυγίου». Περαιτέρω, από την ίδια αυτή διάταξη, συνδυασμένη και με το επόμενο άρθρο 1443 εδ. α` ΑΚ, που ορίζει ότι οι διατάξεις των άρθρων 1487, 1493, 1494 και 1498 ΑΚ εφαρμόζονται αναλόγως και για το δικαίωμα διατροφής μετά το διαζύγιο, συνάγεται ότι η αξίωση διατροφής μετά το διαζύγιο παρέχεται μόνον όταν η διατροφή δικαιολογείται από λόγους κοινωνικούς, ώστε ο πρώην σύζυγος να μη μείνει αβοήθητος, όταν δεν μπορεί με τα εισοδήματα, την περιουσία ή το δυνάμενο να ασκηθεί από αυτόν επάγγελμα, να καλύψει τις ανάγκες διατροφής του, όπως αυτές προκύπτουν από τις, μετά το διαζύγιο, συνθήκες της ζωής του.

Συνεπώς, βασικές προϋποθέσεις για τη γέννηση του δικαιώματος διατροφής διαζευγμένου συζύγου είναι, αφενός η ευπορία του υπόχρεου, η οποία πρέπει, κατά το άρθρο 1487, σε συνδυασμό με το άρθρο 1443 εδ. α’ ΑΚ, να υπάρχει κατά το χρονικό διάστημα για το οποίο ζητείται διατροφή, και αφετέρου η απορία του δικαιούχου. Έτσι, είναι δυνατόν, ενόψει όλων των συνθηκών ηλικίας, υγείας, ικανότητας ή δυνατότητας προς εργασία, εισοδημάτων, περιουσίας και γενικώς ζωής του πρώην συζύγου, συγκριτικώς πάντοτε προς την ευπορία του υπόχρεου, να γεννηθεί δικαίωμα διατροφής, όταν ο πρώτος, που στο πρόσωπό του συντρέχει μία των προαναφερθεισών προσθέτων προϋποθέσεων (κατά το χρόνο εκδόσεως του διαζυγίου αδυναμία ασκήσεως ή συνεχίσεως επαγγέλματος ή ύπαρξη λόγων επιείκειας), έχει περιουσία, το προϊόν όμως ρευστοποιήσεως της οποίας, μαζί με τα τυχόν υπάρχοντα περιορισμένα εισοδήματά του, δεν επαρκούν υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις, για συνολική κάλυψη των βιοτικών αναγκών, ενώ περαιτέρω, με βάση τη διέπουσα το θεσμό αρχή της επιείκειας, δεν δύναται να αξιωθεί η εκποίηση μικρής εκτάσεως απρόσοδων περιουσιακών στοιχείων, οσάκις η διατήρησή τους επιβάλλεται από λόγους πρόνοιας, προς εξασφάλιση του ιδιοκτήτη, τέως συζύγου, στο μέλλον για αντιμετώπιση έκτακτης οικονομικής ανάγκης. Σε κάθε περίπτωση, το ύψος της επιδικαζόμενης στο δικαιούχο πρώην σύζυγο διατροφής, πρέπει συνεκτιμωμένων και των συνθηκών ζωής και διατροφής του υπόχρεου, να επαρκεί για την ικανοποίηση των υλικών και πνευματικών του αναγκών ως ένα επίπεδο, που θα του επιτρέπει την ευπρεπή διαβίωση (βλ.σχ. Α.Π. 1427/2012, Εφ.Πειρ. 348/2016, Εφ.Πειρ. 565/2014 Τ.Ν.Π. «Νόμος», Βαθρακοκοίλη Β. Το νέο Οικογενειακό Δίκαιο, υπό άρθρο 1443, παρ. 3 σελ. 547, Καράκωστα I. Αστικός Κώδικας, υπό άρθρο 1443, παρ. 5, σελ. 573).

Περαιτέρω το εν λόγω δικαίωμα διατροφής αποκλείεται ή περιορίζεται κατά την διάταξη του άρθρου 1444 εδ. 1 ΑΚ, αν αυτό επιβάλλεται από σπουδαίους λόγους, ιδίως αν ο γάμος είχε μικρή χρονική διάρκεια ή αν ο δικαιούχος είναι υπαίτιος του διαζυγίου του ή προκάλεσε εκούσια την απορία του (ΑΠ 1567/2012 ΧρΙΔ 2013.362, ΑΠ 348/2006 ΕλλΔνη 49.150, ΑΠ 88/2006 ΕλλΔνη 48.446, ΕφΠατρ 82/2009 ΑχαΝομ 2010.195). Ως υπαιτιότητα δεν νοείται μόνο η αποκλειστική υπαιτιότητα, αλλά και η συνυπαιτιότητα του δικαιούχου συζύγου. Στην περίπτωση αυτή το Δικαστήριο θα αποφασίσει αν θα αποκλείσει ή θα περιορίσει τη διατροφή ύστερα από στάθμιση των εκατέρωθεν παραπτωμάτων (Σπυριδάκης, Οικογενειακό σελ. 390, Παπαχρίστου, Εγχειρίδιο Οικογενειακού Δικαίου σελ. 175). Αν πάντως η κλονιστική συμπεριφορά του δικαιούχου εμφανίζεται ως συνέπεια του παραπτώματος του υποχρέου, τότε η αξίωση διατροφής θα διατηρείται κατά κανόνα ακέραιη. (Βασιλικός σε ΕΝοΒΕ σελ. 266, βλ. Ευστρατίου σε Γεωργιάδη ΣΕΑΚ, τόμος II, άρθρο 1444 σελ. 721) …

Από όλα τα παραπάνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, αποδείχθηκε πλήρως τόσο η ευπορία του εναγομένου κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, όσο και η απορία της ενάγουσας κατά το χρόνο της αμετάκλητης λύσης του γάμου τους, αλλά και κατά το χρόνο συζήτησης της υπό κρίση αγωγής, ένεκα της οποίας δεν δύναται να καλύψει τις ανάγκες διατροφής της. Ενόψει δε αυτών των αναγκών (διαμονή, σίτιση, ένδυση, υπόδηση, ψυχαγωγία, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και λοιπές προσωπικές αναγκαίες δαπάνες), όπως προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής της που διαμορφώθηκαν μετά το διαζύγιο και των οικονομικών δυνατοτήτων των διαδίκων όπως αναφέρθηκαν ανωτέρω, η ανάλογη σε χρήμα διατροφή της ενάγουσας, που οφείλει να καταβάλλει ο εναγόμενος προς διατροφή της κατά την επίδικη χρονική περίοδο, ήτοι από το χρόνο επίδοσης της ένδικης αγωγής και για μια τριετία, κατά την οποία προβλέπεται ότι θα διαρκέσει η απορία της, λόγω της βαρύτητας της ψυχικής της νόσου, που επιρρωνύεται και από το ότι οι προσκομισθείσες γνωματεύσεις της υγειονομικής επιτροπής για την αναπηρία της ενάγουσας ποσοστού 67%, ανανεώνονται διαρκώς ανά τριετία, ανέρχεται στο ποσό των 100,00 € μηνιαίως.

Το εν λόγω ποσό, ο εναγόμενος έχει τη δυνατότητα να το καταβάλλει στην ενάγουσα, χωρίς να θέσει σε κίνδυνο τη δική του διατροφή. Συνεπώς το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη την προβληθείσα εκ μέρους του εναγομένου ένσταση διακινδύνευσης της δικής του διατροφής, και ως εκ τούτου είναι απορριπτέος ο σχετικός λόγος έφεσης του εκκαλούντος – εναγομένου. Το ποσό δε αυτό είναι ανάλογο με τις ανάγκες της ενάγουσας, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής της και περιλαμβάνει όσα είναι αναγκαία για τη συντήρησή της.